Τετάρτη 24 Μαρτίου 2021

Δήμος Ξηρομέρου: Μήνυμα για την 25η Μαρτίου, της Επιτροπής για τον εορτασμό των 200 ετών από την έναρξη της Επανάστασης το 1821.


logo epitropis dimoy xiromeroy 1821 2021
 
ΔΗΜΟΣ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ
ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ 25Η ΜΑΡΤΙΟΥ
ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΟΡΤΑΣΜΟ ΤΩΝ 2ΟΟ ΕΤΩΝ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ 1821
 
Αγαπητές συμπολίτισσες και αγαπητοί συμπολίτες,
Διανύουμε την 200ή επέτειο από την έναρξη της Επανάστασης του 1821, με την οποία ο Ελληνισμός απέκτησε μια μικρής έκτασης, έστω, κρατική εστία και άρχισε να πορεύεται δίπλα στα ελεύθερα ευρωπαϊκά κράτη. Η Επανάσταση του 1821 αποτελεί, αφενός μεν ένα ιστορικό γεγονός-τομή, το οποίο διαιρεί τη Νεότερη Ιστορία μας στην προεπαναστατική και τη μετεπαναστατική περίοδο, αφετέρου δε είχε βαρύνουσες διεθνείς προεκτάσεις καθώς εγκαινίασε την περίοδο των εθνικών εξεγέρσεων και οδήγησε στην ίδρυση του πρώτου εθνικού κράτους στη Χερσόνησο του Αίμου. Εκτός αυτού η Ελληνική Επανάσταση το 1821 προκάλεσε και ένα κύμα παγκόσμιας συμπαράστασης προς την ορφανή του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού (φιλελληνικό κίνημα).
Ως πολυσύνθετο επαναστατικό φαινόμενο, το οποίο καλύπτει μια περίοδο οκτώ τουλάχιστον ετών (1821-29), η Επανάσταση αποκαλύπτει μια πληθώρα παραγόντων που επέδρασαν καταλυτικά στη μερική έστω ευόδωσή της. Ο χαρακτήρας της Επανάστασης δεν ήταν μόνο εθνικός, καθώς οι Έλληνες διεκδίκησαν την απαλλαγή τους από τον οθωμανικό ζυγό, αλλά και κοινωνικός. Στη διάρκειά της ο ξεσηκωμένος ελληνικός λαός επιδίωξε την εγκαθίδρυση μιας δημοκρατικής και δίκαιης πολιτείας και αντιμετώπισε, όχι σπάνια, τις μηχανορραφίες, τους συμβιβασμούς και τις προδοσίες μεμονωμένων μελών της ηγετικής τάξης, η οποία ήθελε να διατηρήσει τα παλαιά της προνόμια. Εκτός αυτού οι Έλληνες εξεγέρθηκαν, εμπνεόμενοι από τα ιδεώδη της Γαλλικής Επανάστασης, εναντίον του πανίσχυρου Οθωμανικού Κράτους, αν και γνώριζαν πολύ καλά ότι καμία ξένη Δύναμη δεν επρόκειτο να έρθει να αρωγός στην προσπάθειά τους, καθόσον η αντιδραστική Ιερή Συμμαχία δέσποζε τότε στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Ο Κολοκοτρώνης έλεγε χαρακτηριστικά: «ο κόσμος μας έλεγε τρελούς». Και όμως οι επιτυχίες των επαναστατημένων Ελλήνων ξεπέρασαν κάθε λογική πρόβλεψη.
Στην περιοχή του Ξηρομέρου η οθωμανική κυριαρχία εγκαθιδρύθηκε σταδιακά μεταξύ 1460 και 1473. Κατά την πρώτη αυτή περίοδο και μετά τη γιγαντιαία ναυμαχία των Εχινάδων ή της Ναυπάκτου (1571), ξέσπασε ένα σύντομο επαναστατικό κίνημα υπό τον Θεόδωρο Γρίβα (Μπούα) και τους αρματολούς Πούλιο, Δράκο και Μαλάμο, με το οποίο απελευθερώθηκαν προσωρινά το Ξηρόμερο και η Βόνιτσα. Στο διάστημα 1684-1699 μεσολάβησε μια σύντομη Βενετοκρατία, η οποία έληξε με τη Συνθήκη του Κάρλοβιτς, οπότε η περιοχή επανήλθε υπό τον έλεγχο των Οθωμανών. Έτσι εγκαινιάστηκε η δεύτερη περίοδος της Τουρκοκρατίας, η οποία διήρκεσε έως τον Αγώνα του 1821, διακόπηκε δε μόνο από μια διετή γαλλοκρατία σε μέρος της περιοχής αυτής και χαρακτηρίστηκε από την ελπιδοφόρα, αλλά σύντομη και ολέθρια «αλέρτα των Ορλωφικών» (1770) που τελικά πνίγηκε στο αίμα. Καθ' όλα αυτά τα χρόνια, το Ξηρόμερο δεν υπέφερε μόνο από τις βαριές φορολογίες και το ντεβσιρμέ (παιδομάζωμα ή φόρο αίματος), αλλά μαστιζόταν και από τη φτώχεια, τις επιδημίες, τις αυθαιρεσίες των ξένων διοικητών, τις λεηλασίες διερχόμενων στρατευμάτων και τις επιδρομές των κλεφτών και των πειρατών.
Στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας πολλοί Έλληνες κατέφυγαν στο εξωτερικό, δημιουργώντας παροικίες και συντελώντας με τον τρόπο τους στην πνευματική άνθιση που έφερε ο Διαφωτισμός. Το ζήτημα της ελευθερίας των Ελλήνων έγινε πλέον γνωστό σε όλη την Ευρώπη και μεγάλοι στοχαστές, όπως ο Μοντεσκιέ και ο Ρουσό, έστρεψαν το βλέμμα τους στους υπόδουλους Έλληνες, ενώ άλλοι παρενέβησαν ανοικτά υπέρ του Ελληνισμού, όπως ο Βολταίρος, ο οποίος ζήτησε από τη Μεγάλη Αικατερίνη της Ρωσίας να επέμβει για να ελευθερώσει τους Έλληνες. Στο πνεύμα αυτό ξεπήδησαν και διαδόθηκαν οι ενθουσιώδεις ιδέες –αν και διαφορετικές μεταξύ τους- του Ρήγα και του Κοραή, οι οποίοι μίλησαν ανοικτά για αναγέννηση των Ελλήνων, για ξεσηκωμό και ελευθερία.
Η προετοιμασία του απελευθερωτικού Αγώνα υλοποιήθηκε με την ακούραστη δράση των Φιλικών, οι οποίοι οργάνωσαν το σχέδιο δράσης του ξεσηκωμού. Ανάμεσα σε αυτούς υπήρξαν και Ξηρομερίτες Φιλικοί, όπως οι Μπαμπινιώτες Κατζαράκης και Κωστόπουλος, ο ηγούμενος της Ζαμπατίνας Νικηφόρος Ζαβογιάννης που όρκισε όλους τους Ξηρομερίτες, ο Ζαβερδινός οπλαρχηγός Μίνιος Κατσικογιάννης, οι προεστοί Γιώργος Μαυρομμάτης (Κατούνα) και Τάτζης Μαγγίνας (Δραγαμέστο), ο Γιώργος Βαρνακιώτης, ο Δημοτσέλιος, ο Πάνος Γαλάνης ή Μεγαπάνος και άλλοι. Παράλληλα, ιδιαίτερα σημαντική υπήρξε και η συμβολή των προεστών όπως οι Κ. Χαλικιόπουλος (Βόνιτσα), Π. Μοναστηριώτης (Μοναστηράκι), Σ. Κουρκουμέλης (Αιτωλικό), Α. Τζιμπουράκης (Ζυγός), Σ. Πλακωτής (Απόκουρο), Γ. Καναβός (Ναύπακτος), Π. Ράγκος (Βάλτος) και Φώτιος Καραπάνος (Ζάβιτσα), μετέπειτα βουλευτής, αναπληρωτής Μινίστρος Πολεμικών και Διοικητής των Κυκλάδων. Κοντά στους Φιλικούς και στους προεστούς αξίζει να αναφερθούν και οι κληρικοί που προετοίμασαν το έδαφος για τον ξεσηκωμό ή συμμετείχαν σ' αυτόν ενεργά όπως ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ο Σαλώνων Ησαΐας ή ο Παλαιών Πατρών Γερμανός.
Η Επανάσταση ξέσπασε τελικά το Φλεβάρη του 1821 στη Μολδοβλαχία και τον Μάρτη του 1821 στη Ρούμελη και τον Μοριά. Μολονότι ο Μάρτης γίνεται δεκτός γενικά ως ο μήνας του ξεσηκωμού, στο Ξηρόμερο η κήρυξη της Επανάστασης άργησε περίπου δύο μήνες. Οι αιτίες για τη χρονική αυτή καθυστέρηση πρέπει να αναζητηθούν στην αναταραχή που έφερε στην Ήπειρο και τη Δυτική Ρούμελη ο πόλεμος μεταξύ της Οθωμανικής Πύλης και του Αλή Πασά. Το γεγονός αυτό προκάλεσε τη συγκέντρωση πολυάριθμων εχθρικών στρατευμάτων στην περιοχή και κατέστησε επιφυλακτικούς τους ντόπιους οπλαρχηγούς. Η έναρξη του αγώνα είχε ήδη αποφασιστεί στη σύσκεψη Φιλικών και μυημένων στη Φιλική Εταιρεία οπλαρχηγών στη Λευκάδα (7-10 Ιανουαρίου 1821), αλλά η κήρυξή της πραγματοποιήθηκε τελικά στις 25 Μαΐου 1821 με την προκήρυξη του αρματολού Γεωργίου Νικολού Βαρνακιώτη, όπου επισημαίνεται ότι «έφτασεν η στιγμή να αποτινάξωμεν τον τόσον βαρύν ζυγόν, να λείψετε όλοι σας από τα δυσβάστακτα δοσίματα, από ταις ανυπόφοραις αγγαρείαις, από την καταφρόνησιν της τιμής και της θρησκείας μας, και από αυτόν τον επικείμενον κίνδυνον της ζωής μας». Η προκήρυξη συντάχθηκε στην Ιερά Μονή Ζαμπατίνας από τον ηγούμενο Νικηφόρο Ζαβογιάννη και τη συνηγορία κλήρου, προεστών και λαού. Επιπλέον, ο Δημήτριος Μακρής χτύπησε τους Τούρκους στο Ζυγό, ενώ στρατιωτικές βάσεις άρχισαν να στήνονται στην Κανδήλα και το Δραγαμέστο, ανεφοδιαζόμενες από Έλληνες πατριώτες στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα (κυρίως τον Κάλαμο). Οι πρώτες και σημαντικές επιτυχίες των επαναστατών ήταν η μάχη της Βόνιτσας στις 27-28 Μαΐου 1821 και η κατάληψη του Βραχωρίου, πόλη-κέντρο της οθωμανικής εξουσίας, κατοικούμενη, όπως και το Ζαπάντι, κυρίως από Οθωμανούς. Στην πολιορκία και στην απελευθέρωση του Βραχωρίου, τον σημαντικότερο ρόλο διαδραμάτισαν οι δυνάμεις των Ξηρομεριτών με επικεφαλής τους Γιώτη, Γιάννη και Γεώργιο Βαρνακιώτη. Τελικά, ο Τούρκος διοικητής Νούρκα Σερβάνης παρέδωσε την πόλη στον Γεώργιο Βαρνακιώτη στις 11 Ιουνίου 1821.
Στις 22 Φεβρουαρίου 1822 ο Βαρνακιώτης ανακηρύχθηκε Στρατηγός της Δυτικής Στερεάς Ελλάδας από την τοπική Γερουσία, εξουσία που του αναγνωρίστηκε την 1η Σεπτεμβρίου 1822 και από την Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδας. Οι Ξηρομερίτες οπλαρχηγοί πήραν τα όπλα για να ελευθερώσουν την πατρίδα και παρευρέθησαν σε πολλές μάχες οπουδήποτε υπήρχαν επαναστατημένοι Έλληνες. Στον απόηχο της μάχης του Πέτα, η πρώτη μάχη στο έδαφος του Ξηρομέρου έλαβε χώρα στις 9 Αυγούστου του 1822, στον Προφήτη Ηλία Αετού, όταν οι λιγοστοί (760) άντρες του Βαρνακιώτη αντιμετώπισαν με επιτυχία το ασκέρι του Κιουταχή (4.500) που κατέβαινε, για να καταστρέψει το Ξηρόμερο και να καταλάβει το Μεσολόγγι. Στη μάχη αυτή υπό την αρχηγία του Βαρνακιώτη συμμετείχε πλήθος οπλαρχηγών, όπως ο Θεόδωρος Γρίβας (Βόνιτσα), Γιαννάκης Μπουκουβάλας (Βάλτος), Δημοτσέλιος (Ζάβιτσα), Πάνος Γαλάνης (Μαχαλάς), Κώστας Γεροθανάσης (Πρόδρομος), Βασίλης Χασάπης (Δραγαμέστο), Στάθης Κατσαρός (Πλαγιά), Αποστολάκης Κουσουρής (Βάρνακας), Ανδρέας Γριβογιώργος ( Κωνωπίνα).
Μετά την επιτυχή απόκρουση του Κιουταχή και την απόκρουση των προφυλακών του Ομέρ Βρυώνη στο Δραγαμέστο, καθώς και την τελική ήττα της στρατιάς του μπροστά στο Μεσολόγγι (25.12.1822), στήθηκε στο Ξηρόμερο (Δραγαμέστο) το στρατόπεδο του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, με τον οποίο συνέπραξαν σημαντικοί οπλαρχηγοί όπως οι Γριβαίοι, ο Τσόγκας και ο Δημοτσέλιος. Κατά την περίοδο αυτή οι Έλληνες ανέκοψαν την κάθοδο του Ομέρ Βρυώνη και ελευθέρωσαν την περιοχή του Μαχαλά (σημερινές Φυτείες). Η αναχώρηση του Πετρόμπεη από το Ξηρόμερο (Φλεβάρης 1823) έγινε μέσα σε ένα ήδη τεταμένο κλίμα ανταγωνισμών για την εξουσία στο επαναστατημένο έθνος και σηματοδότησε μια περίοδο πολεμικής αδράνειας και εσωτερικών συγκρούσεων ακόμη και σε τοπικό επίπεδο.
Τον Αύγουστο του 1825, ενώ ο Ιμπραήμ επελαύνει στην Πελοπόννησο, στρατοπεδεύει στο Ξηρόμερο (Δραγαμέστο και Σκάλωμα Δραγαμέστου), ο στρατηγός Γεώργιος Καραϊσκάκης, ο οποίος έχει ήδη προκαλέσει σημαντικές φθορές στο στράτευμα του Κιουταχή που έχει ξεκινήσει τη μοιραία, όπως αποδείχθηκε, δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου. Ήδη τα νησιά του Ιονίου και ειδικά ο Κάλαμος είχαν δεχθεί πολύ μεγάλα κύματα προσφύγων, τα οποία αδυνατούσαν οι ντόπιοι κάτοικοι να συντηρήσουν παρά τις φιλότιμες προσπάθειές τους. Με ορμητήριο το Δραγαμέστο, ο Καραϊσκάκης πραγματοποίησε σημαντικές επιδρομές και πλήθος ενεδρών και δολιοφθορών στις γύρω περιοχές, ενώ ενίσχυσε το πολιορκημένο Μεσολόγγι, μέσα στο οποίο υπήρχαν και Ξηρομερίτες, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Όποιος αγαπά την Πατρίδα και είναι μετ' εμέ, τώρα να φανή!». Ο Καραϊσκάκης έμεινε στο Ξηρόμερο έως το Δεκέμβριο του 1825, οπότε με εντολή της Διοικήσεως αναχώρησε για την Δερβέκιστα της Τριχωνίδας. Λίγο πριν την αναχώρησή του, τα ελληνικά πυρπολικά στις βραχονησίδες έξω από το Σκάλωμα Δραγαμέστου, όπου ο σημερινός Αστακός, προκάλεσαν σημαντικές φθορές στα οθωμανικά πλοία. Η σύγκρουση αυτή είναι σήμερα γνωστή πλέον ως «Ναυμαχία των Πυρπολικών» ή «Ναυμαχία του Δραγαμέστου» και έχει αποτυπωθεί στον ομώνυμο ζωγραφικό πίνακα του Μουσείου Μπενάκη.
Μετά την έλευση του Ιμπραήμ και την πτώση του Μεσολογγίου (Απρίλιος 1826) τα γειτονικά νησιά γέμισαν ξανά με πρόσφυγες. Τα λίγα ένοπλα σώματα που είχαν απομείνει στο Ξηρόμερο δεν αρκούσαν για να ζωντανέψουν την επανάσταση. Οι Έλληνες, ωστόσο, συνέχισαν να σχεδιάζουν την αναζωπύρωση της Επανάστασης με πρωτοβουλία του Καραϊσκάκη. Ακόμη, όμως, και μετά το θάνατο του στρατηγού, Ξηρομερίτες οπλαρχηγοί προκάλεσαν σημαντικές δολιοφθορές στους Οθωμανούς, ενώ κατάφεραν να καταλάβουν προσωρινά την Κανδήλα και το Σκάλωμά της (σημερινός Μύτικας).
Στο μεταξύ, η τύχη της Ελλάδας άρχισε συνδέεται πλέον στενά με τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων. Αυτό οδήγησε στην επέμβαση των Άγγλων, Γάλλων και Ρώσων και την καταστροφή του τουρκοαιγυπτιακού στόλου στη Ναυμαχία του Ναβαρίνου. Λίγες μέρες μετά και συγκεκριμένα στις 17 Νοεμβρίου 1827 έφθασε στο Ξηρόμερο το πρώτο τμήμα του στρατεύματος του Βρετανού φιλέλληνα Richard Church, ο οποίος οργάνωσε τακτικό στράτευμα και επί δύο χρόνια σημείωσε σημαντικές επιτυχίες στη Δυτική Ρούμελη. Από το στρατόπεδό του στο Δραγαμέστο ο Τσωρτς εξέδωσε προκήρυξη με την οποία κάλεσε με ενθουσιασμό τους Έλληνες στα όπλα και επέδρασε με τρόπο καταλυτικό στην εκκίνηση των στρατιωτικών επιχειρήσεων. Ο Ρ. Τσώρτς συνέβαλε σημαντικά στην απελευθέρωση του Ξηρομέρου με τις νίκες του στις μάχες Παπαδάτου – Μαχαλά (1 Φεβρ. 1828), Πόρτας Μπαμπίνης (8 Φεβρ. 1828), Αγίου Νικολάου Παλαιομάνινας (12 Φεβρ. 1828), Βόνιτσας (15 Δεκ. 1828), την απελευθέρωση της Βόνιτσας (5 Μαρτίου 1829), την απελευθέρωση του Μαχαλά (19 Μαρτίου), της Ποδολοβίτσας/Πενταλόφου 20 Μαρτίου), του Μακρυνόρους (20 Μαρτίου) και του Καρβασαρά (26 Μαρτίου 1829).
Στις 29 Ιουνίου 1828 επισκέφθηκε το Ξηρόμερο ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας για να σχεδιάσει με τον Τσωρτς τις περαιτέρω πολεμικές επιχειρήσεις. Σημαντικός υπήρξε και ο αντίκτυπος της επιστροφής Βαρνακιώτη στις μάχες (28 Φεβρουαρίου 1828). Με τη συνδρομή του απελευθερώθηκαν η Βόνιτσα, ο Καρβασαράς, ο Μαχαλάς, το Ανατολικό και το Μεσολόγγι. Χρειάστηκε, ωστόσο, πλήθος πρόσθετων διπλωματικών προσπαθειών, για να ενσωματωθεί τελικά το 1832 και το Ξηρόμερο στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, καθώς με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου (03.02.1830), ο Αχελώος αποτελούσε το βορειότερο σύνορο της Ελλάδας και η Ακαρνανία έμενε προσωρινά εκτός του ελληνικού κράτους.
Αποτιμώντας τον Αγώνα του 1821 σήμερα, διακόσια χρόνια μετά το ξέσπασμά του, μπορεί κανείς να εντοπίσει ζητήματα που θα πρέπει να αποτελέσουν παραδείγματα για μίμηση ή αποφυγή από τις μέλλουσες γενιές, καθώς ο Αγώνας αυτός είχε τόσο φωτεινές, όσο και σκοτεινές σελίδες. Στις φωτεινές σελίδες ανήκουν οι σπουδαίες πολεμικές επιτυχίες, η αντοχή στην πείνα και τις στερήσεις, ο ηρωισμός και η αυταπάρνηση ενός λαού που σήκωσε κεφάλι εναντίον μιας πανίσχυρης αυτοκρατορίας της εποχής χωρίς όπλα, χωρίς πολεμοφόδια, χωρίς τακτικό στρατό και με εχθρική, ως επί το πλείστον, στάση από τις ξένες δυνάμεις. Στις σκοτεινές σελίδες του ανήκουν η διχόνοια και οι συγκρούσεις που εκδηλώθηκαν ανάμεσα στους Έλληνες για τη διακυβέρνηση του νέου κράτους. Στη Δυτική Ελλάδα οι συγκρούσεις είχαν επιφανή θύματα στις τάξεις των αγωνιστών, όπως ήταν ο Β. Χασάπης και ο Απ. Κουσουρής. Οι εμφύλιες συγκρούσεις έθεσαν τον Αγώνα σε σοβαρό κίνδυνο, με αποτέλεσμα οι Έλληνες να επιζητήσουν την ξένη προστασία και τελικά με τη βοήθεια των ξένων δυνάμεων να αποκτήσουν μια περιορισμένη εδαφικά κρατική εστία, η οποία διατελούσε υπό την ασφυκτική κηδεμονία των Προστάτιδων Δυνάμεων και δεν ήταν δημοκρατικά οργανωμένη.
Τα πολιτικά γεγονότα της Επανάστασης του 1821 διδάσκουν διαχρονικά τους ταγούς του Ελληνισμού και ειδικά τους πολιτικούς μας ότι οι εθνικοί κίνδυνοι δεν αποτρέπονται, όταν αυτοί αδυνατούν να ανταποκριθούν στα καθήκοντα που τους ανέθεσε ο λαός με την ετυμηγορία του, όταν αδυνατούν να διαφυλάξουν την ενότητα του λαού και δε σέβονται τη δημοκρατία, τα δικαιώματα και το μόχθο του κοινού λαού, όταν επενδύουν στο διχασμό και το μίσος, για να διαιωνίσουν την εξουσία τους.
Τόσο οι φωτεινές, όσο και οι σκοτεινές σελίδες της Ιστορίας δεν πρέπει να λησμονούνται: Προχωρεί μπροστά και προοδεύει ο λαός εκείνος που μελετά την Ιστορία του και την εξετάζει διαρκώς με κριτικό πνεύμα.
Σήμερα, λοιπόν, 200 χρόνια μετά την έναρξη της Επανάστασης, καθώς η χώρα μας συνεχίζει την πορεία της ανάμεσα στα ελεύθερα έθνη της υφηλίου, η κληρονομιά του 1821 παραμένει βαριά στα χέρια μας. Η 25η Μαρτίου, ημέρα εορτασμού της κήρυξης της Επανάστασης, είναι μια μέρα φωτεινή που ταυτίζεται με το χαρμόσυνο μήνυμα της ελευθερίας των Ελλήνων. Τι λέει αυτό το μήνυμα; Ότι η ελευθερία και τα αγαθά που απορρέουν από αυτή δεν κερδίζονται παρά μόνο με τους αδιάκοπους αγώνες του ελληνικού λαού και δε διατηρούνται παρά μόνο με σύνεση και ενότητα, ηρωισμό και αυταπάρνηση.
 
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΟΡΤΑΣΜΟΥ
ΓΙΑ ΤΑ 200 ΧΡΌΝΙΑ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821
 
ΠΟΛΥΖΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
ΓΕΩΡΓΟΥΛΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΣΤΑΙΚΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΜΗΤΣΗΣ ΝΙΚΟΣ
ΔΗΜΗΤΡΟΥΚΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
ΠΑΛΟΥΜΠΑ ΓΕΩΡΓΙΑ
ΣΑΒΒΑΣ ΑΛΕΚΟΣ
ΑΓΓΕΛΗ ΜΑΡΙΑ
ΜΠΑΡΜΠΑΡΟΥΣΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΘΕΟΔΩΡΑ
ΖΑΓΚΟΤΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
ΒΡΑΧΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ
ΚΟΥΤΟΥΒΕΛΗΣ ΚΩΣΤΑΣ
ΚΑΛΑΙΤΖΙΔΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΤΕΡΓΙΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου